καταγαΐδιοι

καταγαΐδιοι
καταγαΐδιοι, οἱ (Α)
φρ. «καταγαΐδιοι θεοί» — οι θεοί τού κάτω κόσμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)-* + -γα-ΐδιος (< γᾱ / γη) κατά το πρότυπο τού κατάγειος. Ο τ. μαρτυρείται επίσης μόνο στον αμφίβολο τ. υπογαΐδιοι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”